Η
ομάδα Αθήνας για την Περιεκτική Δημοκρατία δημοσίευσε την εξής απάντηση στην κριτική του
Lenin Reloaded επάνω στις θέσεις του Τάκη Φωτόπουλου και της Περιεκτικής Δημοκρατίας σχετικά με το ΚΚΕ και το προτεινόμενο Λαϊκό Μέτωπο Κοινωνικής και Εθνικής Απελευθέρωσης, όπως διατυπώθηκαν στο
κείμενο ομιλίας της Χαλκίδας.
http://periektikidimokratia.org/athina/2012/09/%ce%b1%cf%80%ce%ac%ce%bd%cf%84%ce%b7%cf%83%ce%b7-%cf%83%cf%84%ce%bf-%ce%ac%cf%81%ce%b8%cf%81%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%85-lenin-reloaded-%ce%bc%ce%b9%ce%b1-%ce%bc%ce%b5%cf%81%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%b1/
Lenin Reloaded:
«(…) Ξεκινάμε με την αποτίμηση:
«ακόμη και όταν αντισυστημικά κόμματα όπως το ΚΚΕ έπαιρναν σωστές θέσεις για τη διαγραφή του Χρέους και τη συνακόλουθη έξοδο από την ΕΕ/Ευρωζώνη και την ανάγκη αυτοδύναμης ανάπτυξης, ουσιαστικά τις αχρήστευαν με το να συνδέουν την έξοδο από την ΕΕ με τη κατάκτηση της λαϊκής εξουσίας, δηλαδή με την αλλαγή του συστήματος, η οποία βέβαια αυτή τη στιγμή ήταν αδύνατη, όπως άλλωστε και το ίδιο τόνιζε. [...] Όχι τυχαία, τόσο το ΚΚΕ όσο και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπέστησαν εκλογική συντριβή, που, συνακόλουθα, δεν οφείλεται μόνο στην τρομοκρατία των ελίτ και τον λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ.»
Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να συμφωνήσω με την τελευταία πρόταση του παραθέματος: πράγματι το ΚΚΕ υπέστη εκλογική συντριβή και πράγματι η συντριβή αυτή «δεν οφείλεται μόνο στην τρομοκρατία των ελίτ και τον λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ», αλλά έχει πολλαπλές αιτίες. Η αιτία όμως που παραθέτει εκτός από αυτές τις δύο ο Φωτόπουλος είναι μόνο μία και είναι η εξής: οι σωστές θέσεις του ΚΚΕ για έξοδο από την ΕΕ/Ευρωζώνη και την ανάγκη αυτοδύναμης ανάπτυξης «αχρηστεύθηκαν» από την σύνδεσή τους με την κατάκτηση της λαϊκής εξουσίας. Το πρώτο ερώτημα που ανακύπτει από μια τέτοια διάγνωση είναι γιατί δεν εμφανίστηκε καμία απολύτως πολιτική δύναμη που να προκρίνει την έξοδο από την ΕΕ/Ευρωζώνη και την ανάγκη αυτοδύναμης ανάπτυξης χωρίς να τις συνδέσει με την κατάκτηση της λαϊκής εξουσίας.»
Απάντηση ομάδας ΠΔ Αθήνας: Η απάντηση στο ερώτημα είναι βέβαια γιατί ούτε το ΚΚΕ ούτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή καμιά άλλη πολιτική δύναμη δεν έβλεπε όπως η ΠΔ ότι το συστημικό πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί άμεσα (γιατί δεν υπάρχουν βέβαια οι επαναστατικές συνθήκες ούτε στην Ελλάδα αλλά ούτε και πουθενά αλλού στην ΕΕ η τον Βορρά γενικότερα, στον δε Νότο έχουμε απλά «επαναστάσεις-μαϊμού» όπως η Αραβική Άνοιξη) και επομένως το μόνο που μπορεί να επιδιώξει σήμερα μια αντισυστημική αριστερά θα ήταν να θέσει αιτήματα που μπορεί να ικανοποιηθούν και μέσα στο σύστημα, αλλά μόνο από ένα ριζοσπαστικό Λαϊκό Μέτωπο σαν αυτό που προτείνουμε, το οποίο θα στόχευε:
Α) ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΑ ΣΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΚΡΙΣΗ μέσα από την έξοδο από ΕΕ/Ευρω κλπ
Β) ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΑΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΚΑΙ
Γ) ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΥ ΘΑ ΕΠΑΙΡΝΕ ΤΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΥ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΣΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
L.R.: «Ο ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στον οποίο αναφέρεται επίσης ο Φωτόπουλος, ανέπτυξε αποσπασματικά και κατά περίσταση θέσεις για έξοδο, ανέπτυξε όμως και πρωτοβουλία για την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου που δεν συμβαδίζει με το πρόταγμα της εξόδου και ρητορική που «θόλωνε» τα νερά με μια αφηρημένη επίκληση «ρήξης και ανατροπής» που δεν περιελάμβανε συγκεκριμένη πρόταση για το ποια πολιτική μορφή και οικονομική μορφή θα είχαν αυτές. Και φυσικά, καταποντίστηκε και ο ίδιος εκλογικά. Στην πραγματικότητα, κανένα από τα κόμματα τα οποία εξελέγησαν στη Βουλή πλην ΚΚΕ δεν έθεσε ζήτημα εξόδου από την ΕΕ/Ευρωζώνη.
Το ρεαλιστικό «μίνιμουμ» λοιπόν του προγράμματος που προκρίνει ο Φωτόπουλος συμπίπτει στην πολιτικά εκπεφρασμένη πράξη (στη βάση των διαθέσιμων πολιτικών επιλογών) με το μάξιμουμ, με αυτό που ο ίδιος θεωρεί ότι ακύρωσε την θελκτικότητα του «μίνιμουμ»: την ανατροπή του αστικού κοινοβουλευτικού συστήματος μέσα από την μαζική κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Δεν θα θίξουμε εδώ το κατά πόσο το «μίνιμουμ» ήταν πράγματι «θελκτικό»: αρκεί να πούμε ότι αν ήταν, δεν θα υπήρχε τόση πίεση από την κοινή γνώμη στο ΚΚΕ να συμμαχήσει με κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ/ΔΗΜΑΡ) που καμία τέτοια πρόταση δεν εκπροσώπησαν, και δεν θα αναδεικνυόταν πρώτο κόμμα η βαρυφορτωμένη με διαχειριστικά σκάνδαλα και πρώην «απονομιμοποιημένη» ΝΔ, με μια ατζέντα που διακήρυττε την παραμονή στο ευρώ ως απόλυτη προτεραιότητα και στόχο.
Τα παραπάνω παραπέμπουν σε μια λογική την οποία ο Φωτόπουλος είναι ξεκάθαρο ότι δεν αποδέχεται, δεν είναι όμως ξεκάθαρο τι τον οδηγεί να την απορρίψει: και η λογική αυτή, που κατά την δική μου εκτίμηση εξέφρασε η πολιτική στάση του ΚΚΕ, είναι πως οι αντικειμενικές συνθήκες σε ότι αφορά την σύνδεση του ελληνικού καπιταλισμού με τον ευρωπαϊκό είναι τέτοιες που η ρήξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αδύνατη (εξόν ως ρητορική φαμφάρα και άσκηση στην πολυγλωσσία) χωρίς ριζική ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών σε βαθμό τέτοιο που να ανατρέπεται η ίδια η υφιστάμενη κρατική εξουσία. Το ζήτημα το έθεσε προεκλογικά κατ’ επανάληψη η ΓΓ, τα στελέχη και όργανα του κόμματος, όταν έκαναν λόγο για τη διαφορά μεταξύ της αναγκαστικής, νομοτελειακής διαχειριστικότητας μιας «αριστερής κυβέρνησης» ακόμα και αν αυτή περιελάμβανε το ΚΚΕ, και της ρηξιγενούς προοπτικής μιας συνολικής ανατροπής του πολιτικού συστήματος. »
Απάντηση μας: Όλη η ανάλυση και η κριτική για μινιμαλιστικές και μαξιμαλιστικές θέσεις, στηρίζονται στην παραπάνω λαθεμένη εκτίμηση. Από πού κι ως πού λοιπόν, η ρήξη με την ΕΕ είναι αδύνατη χωρίς αλλαγή συστήματος και λαϊκή εξουσία; Δηλαδή οι άλλες χώρες που δεν μπαίνουν σήμερα στην ΕΕ ακριβώς για να μην πάθουν την Ελληνική καταστροφή (Ισλανδία), ή δεν μπαίνουν στο Ευρώ ( ακόμη και η Βουλγαρία και η Πολωνία) άλλαξαν το σύστημά τους; Ή θα καταλήξουμε να υιοθετήσουμε τις τρομολαγνικές συστημικές ανοησίες, ότι άλλο το να μπαίνει μια χώρα στην ΕΕ και άλλο να βγεί από αυτή; Γιατί άραγε; Αν έκανε κυβέρνηση ένα ισχυρό Λαϊκό Μέτωπο στο οποίο θα μπορούσε να παίζει καθοριστικό ρόλο το ΚΚΕ με αιτήματα σαν κι αυτά που προτείνουμε, τι θα έκανε το σύστημα για να το εμποδίσει να πάρει την εξουσία, ή, αν την έπαιρνε, να εφαρμόσει μια διαδικασία μονομερούς εξόδου απο την ΕΕ/Ευρωζώνη; Απόβαση του 6ου στόλου ή στρατιωτική δικτατορία;; Μα ακριβώς τότε ήταν που ακόμη και αυτοί που δεν θα είχαν στηρίξει το Μέτωπο θα το πλαισίωναν μαζικά και θα αποκαλυπτόταν πλεον σε πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο ο ρόλος της ΕΕ σαν τμήμα της Νεας Διεθνούς Τάξης που στηρίζεται στη νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και την αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» της πλάκας…Αυτή την έλλειψη πολιτικής βούλησης από την αντισυστημική Αριστερά πληρώνουν τώρα τα λαϊκά στρώματα και θα την πληρώνουν για πολλά χρόνια ενώ θα τους εξαπατούν οι αγύρτες της «Αριστεράς» τύπου ΣΥΡΙΖΑ…
L.R.: «Πράγμα το οποίο μας φέρνει σε μια κρίσιμη λεπτομέρεια στο πιο πάνω παράθεμα: για τον Φωτόπουλο, υπήρχε μια αντίφαση στην στάση του ΚΚΕ διότι «το ίδιο τόνιζε» πως η «αλλαγή του συστήματος» που ήταν η μαξιμαλιστική προϋπόθεση για το φαινομενικά ελάχιστο ήταν αδύνατη. Δεν γνωρίζω όμως κανένα κείμενο ή ομιλία του κόμματος που να «τονίζει» κάτι τέτοιο· το αντίθετο, αυτό που τονιζόταν ήταν η ανάγκη ο λαός να κατανοήσει την ιστορική αναγκαιότητα μιας τέτοιας αλλαγής. Και εκεί βέβαια ήταν που το ΚΚΕ απέτυχε να πείσει για τον «ρεαλισμό» των προσδοκιών του, όπως και εκεί ήταν που «πάτησε» ο υποτιθέμενα ρεαλιστικός σαρκασμός ΣΥΡΙΖΑ περί «πίστης στην δευτέρα παρουσία.» Ο λαός συμμερίστηκε την άποψη πως το ΚΚΕ έχει χιλιαστικές προσδοκίες που δεν τον αφορούν ούτε επιλύουν τα προβλήματά του στο παρόν, όχι την ιδέα ότι το ΚΚΕ προωθούσε αντιφατικά ένα όραμα ανατροπής για το οποίο το ίδιο «τόνιζε» πως είναι ανέφικτο.»
Απάντηση μας: Δεν τόνιζε το ΚΚΕ ότι ΤΩΡΑ είναι αδύνατη η κατάληψη της λαϊκής εξουσίας; Αφού το πρόγραμμα του για την επόμενη ημέρα των εκλογών μιλούσε για πάλη στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές κτλ. ώστε να γίνει καταληπτή (προφανώς στο μέλλον) αυτό που άλλωστε γράφεις και εσύ: δηλαδή «η ανάγκη ο λαός να κατανοήσει την ιστορική αναγκαιότητα μιας τέτοιας αλλαγής». Είναι προφανές ότι αυτό το πρόγραμμα σε σχέση με το τώρα, δεν δίνει καμία διέξοδο πραγματική στα λαϊκά στρώματα, τη στιγμή που τώρα βέβαια πρέπει να ανακόψουν την κρίση, κάτι που δεν θα γίνει απλά με οργάνωση στις γειτονιές και εκπαίδευση για την αναγκαιότητα της Επανάστασης αλλά και με το χτίσιμο ενός Μετώπου για άμεση αποδέσμευση από την ΕΕ και θεσμικές αλλαγές σαν αυτές που προτείνουμε.
Προφανώς ο Τ.Φ. μιλάει για την περίπτωση να γίνει μια ριζική αλλαγή που θα βγάλει τα λαϊκά στρώματα από την κρίση σήμερα (κάτι που προϋποθέτει ότι δεν υπάρχουν ακόμη επαναστατικές συνθήκες και όλοι παραδέχονται ότι δεν υπάρχουν), όχι μετά από 20 ή 100 χρόνια που θα ανατρέψει ο λαός το καπιταλιστικό σύστημα και θα πάρει τη λαϊκή εξουσία, όταν στο μεταξύ θα έχει καταστραφεί, και αυτό είναι το ζήτημα που θίγει από την αρχή. Το πώς δηλαδή θα βγούμε από την κρίση πριν την οριστική καταστροφή των λαϊκών στρωμάτων, το ξεπούλημα του κοινωνικού πλούτου, την υποκειμενική καταστροφή κάθε απελευθερωτικής συνείδησης μέσα στη λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης (όπως έχει γίνει σε κάθε χώρα που έχει ενσωματωθεί πλήρως σε αυτή όπως στον Ευρωπαϊκό Βορρά κτλ. και έχει καταστρέψει κάθε εναπομείναν σημαντικό αντισυστημικό κίνημα).
L.R.: «Στην πραγματικότητα, και εδώ θα περάσουμε στο δεύτερο παράθεμα, είναι ο ίδιος ο Φωτόπουλος που διακηρύσσει το αδύνατο της «αλλαγής του συστήματος» και βασίζει σε αυτή την πεποίθηση την λογική και το σκεπτικό της συνολικής του πρότασης:
«Ο απώτερος στόχος ενός παρόμοιου Μετώπου δεν μπορεί παρά να είναι η απεξάρτηση της Ελλάδας από τη διεθνοποιημένη καπιταλιστική οικονομία της αγοράς και τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση [...] Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι ΣΥΣΤΗΜΙΚΟ φαινόμενο και ανατρέπεται μόνο μέσα από την ανατροπή των θεσμών της, και ιδιαίτερα των ανοικτών και «απελευθερωμένων» αγορών κεφαλαίου, εργασίας, εμπορευμάτων και υπηρεσιών. [...]
Όμως ο στόχος αυτός είναι και άρρηκτα δεμένος με την συστημική αλλαγή και επομένως συναρτάται απόλυτα με τον συσχετισμό δυνάμεων που θα επικρατεί αφού θα έχουν επιτευχθεί οι άμεσοι και μεσοπρόθεσμοι στόχοι οι ΟΠΟΙΟΙ ΔΕΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΤΟΥΝ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ [...]
Όμως γιατί οι στόχοι του ΛΜ δεν πρέπει να προϋποθέτουν τη Λαϊκή Εξουσία και τη συστημική αλλαγή γενικότερα, όπως υποστηρίζει σχεδόν σύσσωμη η πραγματική αντισυστημική Αριστερά [...];
-Γιατί σήμερα όλοι παραδέχονται ότι δεν υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες (έστω και αν υπάρχουν εξεγερσιακές συνθήκες), ούτε προβλέπονται για το προσεχές μέλλον, πράγμα που κάνει επιτακτική της ανάγκη ενός Λαϊκού Μετώπου με στόχους σαν τους παραπάνω για να σταματήσουμε την οικονομική και κοινωνική καταστροφή, να βάλουμε τις βάσεις για μόνιμη έξοδο από την κρίση αλλά και τα θεμέλια για συστημική ή επαναστατική αλλαγή.»
Δεν έχει νόημα να ρωτήσουμε γιατί ο Φωτόπουλος δεν θεωρεί υφιστάμενες τις επαναστατικές συνθήκες σήμερα ή μάλλον αδύνατες στο «προσεχές μέλλον», και συνεπώς απορρίπτει τη θέση του ΚΚΕ για την αναγκαιότητα της λαϊκής εξουσίας ως προϋπόθεσης. Είναι προφανές από το «όλοι παραδέχονται ότι…» πως ο ίδιος θεωρεί αναμφισβήτητη την διαπίστωση, και φυσικά δεν είναι ο μόνος απλώς επειδή είναι σχεδόν ο μόνος που έχει την εντιμότητα να το πει. Μάλλον, η απάντηση εδώ στον Φωτόπουλο οφείλει να έρθει με τη μορφή μιας ερώτησης που απευθύνεται στο ΚΚΕ: γιατί, την στιγμή που «όλοι παραδέχονται ότι δεν υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες» επέμενε και επιμένει το ΚΚΕ στην πρόταξη της «λαϊκής εξουσίας»; Η ερώτηση αυτή έχει το πλεονέκτημα να αντικατοπτρίζει ένα πραγματικό, και αναπάντητο για τους περισσότερους, αίνιγμα, σε αντίθεση με την ερώτηση περί επιμονής στην λαϊκή εξουσία όταν το ίδιο το ΚΚΕ δέχεται το αδύνατο της συστημικής αλλαγής (παραδοχή που έδειξα ότι αφορά μάλλον τον ίδιο τον Φωτόπουλο παρά το ΚΚΕ).»
Απάντηση μας: Εδώ διακρίνουμε (α) μια παρανόηση και (β) ένα «κυκλικό αδιέξοδο» που επαναλαμβάνεται: Η (α) παρανόηση αφορά στο ότι ο Φωτόπουλος μιλάει για τους άμεσους και μεσοπρόθεσμους στόχους που είναι οι τωρινοί στόχοι που πράγματι δεν προϋποθέτουν την επαναστατική αλλαγή, από τη στιγμή που δεν υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες. Και το ότι δεν υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες είναι αυτονόητο, από το γεγονός ότι δεν έγινε ούτε μια γενική απεργία να παραλύσει τη χώρα, ούτε καν μια διαδήλωση εκατομμυρίων και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το 70-80% να φοβάται μη χάσει το Ευρώ «του», γι’ αυτό και ψηφίζει τα κόμματα εξουσίας ή τη …γιαλαντζί «Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ που υπόσχεται έξοδο από την κρίση …μέσα στην ΕΕ και την Ευρωζώνη! Μιλάμε λοιπόν για το «τώρα» και το «ορατό μέλλον». Δεν μιλάμε για το τι θα μπορούσε ίσως να γίνει σε 20 χρόνια, αφού έχει εξοντωθεί ο λαός και αντικειμενικά και υποκειμενικά (επαναφέρουμε και το εμπειρικό παράδειγμα της Βόρειας Ευρώπης καθώς και πολλών άλλων χωρών με τεράστιο επαναστατικό παρελθόν που κάθε άλλο παρά η υποταγή των λαών τους έφερε απελευθερωτικές προοπτικές).
Όταν ο Τ.Φ. μιλάει για συστημικό φαινόμενο, δεν «διακηρύσσει το αδύνατο της συστημικής αλλαγής» όπως γράφεις, αλλά ότι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι συστημικό φαινόμενο με την έννοια ότι η ενσωμάτωση μιας χώρας στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση δεν ανατρέπεται απλά με την καταδίκη του νεοφιλελευθερισμού και την αλλαγή πολιτικής, όπως διακηρύσσει η ρεφορμιστική Αριστερά, αλλά μόνο μέσα από την ανατροπή των ίδιων των θεσμών της (ανοιχτές και απελευθερωμένες αγορές κ.λπ.). Όμως η ανατροπή των θεσμών αυτών ΔΕΝ προϋποθέτει ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος! Οι αγορές δεν ήταν ανοιχτές και απελευθερωμένες μέχρι σχεδόν πριν 30-35 χρόνια στις περισσότερες χώρες, ενώ βέβαια καπιταλισμό είχαμε. Το τι μορφή θα πάρει μακροπρόθεσμα η κοινωνία αυτή (ΠΔ, κρατικοσοσιαλιστική, αναρχοσυνδικαλιστική κτλ.) είναι θέμα συσχετισμού δυνάμεων στο μέλλον, αφού θα έχουν επιτευχθεί οι άμεσοι και μεσοπρόθεσμοι στόχοι και κυρίως η οικονομική αυτοδυναμία, που ΔΕΝ προϋποθέτουν συστημική αλλαγή, στις σημερινές και ορατές για τον λαό συνθήκες.
(β) («κυκλικό αδιέξοδο») Έγραψες επάνω και το επαναφέρουμε και εδώ σε σχέση με το ΚΚΕ ότι «αυτό που τονιζόταν από τη μεριά του ήταν η ανάγκη ο λαός να κατανοήσει την ιστορική αναγκαιότητα μιας τέτοιας αλλαγής».
Μα είναι το ίδιο πράγμα το να παλεύεις για να πείσεις για την ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ μιας τέτοιας αλλαγής, με το ότι υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες;; Δεν υπάρχει καμία αιτιώδης συσχέτιση μεταξύ αυτών των δύο. Μπορεί να παλεύεις 100 χρόνια να πείσεις για την επαναστατική αλλαγή (βλ. π.χ. τους Τροτσκιστές, αν και ίσως να μην είναι το καταλληλότερο παράδειγμα) και όχι απλά να μην πείθεις, αλλά να χάνεις και σχετικές δυνάμεις. Συνεπώς επανερχόμαστε στην «κοινή» εκτίμηση ότι ΣΗΜΕΡΑ και στο ορατό μέλλον δεν υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες. Άλλο αν θέλεις να τις δημιουργήσεις και άλλο αν υπάρχουν. Το ένα δεν συνεπάγεται το άλλο.
L.R.: «(…)
Τι σημαίνει στην πράξη το να ξέρεις ότι ο χειμώνας της παρούσας κρίσης είναι μακρύς όσο και βαθύς; Σημαίνει το να ξέρεις ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις· σημαίνει να ξέρεις ότι η ελληνική αστική τάξη, μια τάξη που στηρίχτηκε για την βιωσιμότητά της στην πολιτική και οικονομική παρέμβαση του ξένου παράγοντα, βρίσκεται μπροστά σε δομικά και όχι απλώς συγκυριακά αδιέξοδα· σημαίνει το να ξέρεις ότι οι τακτικές της αστικής εξουσίας, στην bona fide «δεξιά» ή στην «αριστερή», «μεταρρυθμιστική» εκδοχή της, έχουν πάρα πολύ μικρό shelf life, πολύ σύντομη ζωή στο ιδεολογικό ράφι. Καταρρέουν όσο γρήγορα εμφανίζονται, και η σαγήνη τους ξεθωριάζει πολύ σύντομα. Δεν είναι λοιπόν η πίστη ότι «υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες» (αυτό προϋποθέτει πολύ συγκεκριμένη αλληλεπίδραση ανάμεσα σε αντικειμενικές και υποκειμενικές προϋποθέσεις) αλλά η έλλειψη πίστης στο ότι υπάρχουν «μεταρρυθμιστικές προϋποθέσεις» (ζήτημα καθαρά αντικειμενικό στη διάγνωσή του) που καθυπαγορεύει τόσο την επιμονή του ΚΚΕ σε ένα πρόγραμμα ολικής και μετωπικής ρήξης με το αστικό καθεστώς όσο και την μορφή και κατεύθυνση της αυτοκριτικής για το παρελθόν της περιόδου 1941-49.
Το ΚΚΕ θεωρεί βέβαιο ότι η ελληνική αστική τάξη συγκεκριμένα δεν έχει επιλογές που να μπορούν να εξασφαλίσουν την διαβίωση των μικροαστικών στρωμάτων και δεν μπορεί κατά συνέπεια να χτίσει σταθερές συμμαχίες μαζί τους (αλήθεια, μετρά κανείς από όσους πιστεύουν σε μια τέτοια δυνατότητα πόσοι μικροαστοί έπαψαν να πιστεύουν σ’ αυτή αρκετά ώστε να μεταναστεύσουν την τελευταία τριετία); Η όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών εκτός Ελλάδας δημιουργεί ένα εξόχως αρνητικό περιβάλλον για «μεσοβέζικες λύσεις» και συμβιβασμούς. Και το ΚΚΕ επέλεξε την άμεση, ραγδαία φθορά της εκλογικής του δύναμης από την μαθηματικά βέβαιη φθορά της ενσωμάτωσης σε έναν μεταρρυθμισμό χωρίς περιεχόμενο ή αντικείμενο βάζοντας ένα έλλογο στοίχημα κάτω από ακραίες συνθήκες: ρισκάρει ενσυνείδητα τα πάντα γιατί ξέρει ότι, σε τελική ανάλυση, για το ίδιο και το μέλλον του κρίνονται τα πάντα.»
Απάντηση μας: Η έννοια της αυτοδύναμης Οικονομίας (ή αυτοδύναμης «Ανάπτυξης» όπως από τη μεριά του το έχει θέσει το ΚΚΕ κατά καιρούς) δεν είναι «μεταρρυθμιστικό» αίτημα. Είναι ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ για τη συστημική αλλαγή (κάτι που τονίζεται σε όλα τα κείμενα μας), στις ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες και, με βάση την εμπειρία των τελευταίων 30 χρόνων από τις εξελίξεις των κινημάτων στον Βορρά και αλλού, πιθανότατα και στις μεσοπρόθεσμες μελλοντικές. Στην πραγματικότητα, η απεξάρτηση από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι ντε φάκτο επαναστατικό αίτημα με τη στενή έννοια, καθώς η συγκέντρωση που συνεπάγεται αυτή, ο έλεγχος που ασκείται σήμερα στα μέσα παραγωγής, το εμπόριο, τους πολιτικούς/στρατιωτικούς θεσμούς, από τις πολυεθνικές και την υπερεθνική ελίτ σε συνεργασία με τις μεταπρατικές/υποτελείς ντόπιες ελίτ, είναι συντριπτικός που δεν επιτρέπει καν να μιλάμε απλά για την «ντόπια αστική τάξη» (που βασικά πάντα ήταν παρασιτική και μεταπρατική στην Ελλάδα – οι εφοπλιστές για τους οποίους γίνεται συχνά λόγος βέβαια είναι κοσμοπολίτικο κεφάλαιο και δεν νοούνται σαν ισχυρή «ντόπια» τάξη καθώς ουσιαστικά μόνο τα… ονόματα τους είναι ελληνικά) σαν μια ξεχωριστή –και πόσο μάλλον αυτόνομη- οντότητα.
Ένα τέτοιο Μέτωπο συνεπώς εξ ορισμού δεν μπορεί να είναι μόνο του ΚΚΕ ή μόνο της ΠΔ, γι’ αυτό και είναι πάντα ένας ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ, με άξονα όμως την Αυτοδύναμη Οικονομία και ένα μίγμα ιδιοκτησιών και ελέγχου των μέσων παραγωγής, όπου οι μακροοικονομικές αποφάσεις λαμβάνονται μέσω ενδεικτικού, μερικώς κεντρικού σχεδιασμού καθώς και αποκέντρωσης σε δημοτικούς οικονομικούς και κοινωνικούς τομείς, που θα ελέγχεται από τις συνελεύσεις πολιτών και εργαζομένων του Μετώπου.
Αν θέλουμε λοιπόν να μιλάμε για Μέτωπο Κοινωνικής αλλά και ΕΘΝΙΚΗΣ απελευθέρωσης το οποίο να μην είναι μόνο «κομουνιστικό», με την έννοια της επαναστατικής αλλαγής, δεν φαίνεται να υπάρξει πιο δόκιμη λύση από αυτή που προτείνουμε, παρά να περιμένουμε τη Δευτέρα Παρουσία της δημιουργίας τέτοιων συνθηκών σε ολοένα μεγαλύτερη κρίση, που όμως εμπειρικά ακριβώς δείχνει ότι επαναστατικές συνθήκες δεν δημιουργούνται μέσα σε αυτή τα τελευταία 30 χρόνια της νεοφιλελεύθερης Παγκοσμιοποίησης, και μάλιστα σε χώρες με πολύ μεγαλύτερη επαναστατική και εργατική παράδοση από την Ελλάδα. Αν βέβαια δεν λαμβάνεται η πρόσφατη ιστορική εμπειρία υπόψη και δεν υπάρχει κάποια υιοθετημένη, στέρεη άποψη περί αυξανόμενης οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης λόγω παγκοσμιοποίησης (αν δεν αποκηρύσσεται κιόλας η θεωρία ή δεν μπλέκεται με τον «υπερ-ιμπεριαλισμό» και άλλες απαρχαιωμένες θεωρίες), τότε μπορεί κανείς να πιστέψει πως το ζήτημα είναι απλά η σχέση των μικρομεσαίων με την ελληνική αστική τάξη και η σχέση της με τις «ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις» — αλήθεια όμως, μεταξύ ποιων αντιθέσεων «ιμπεριαλισμών»; Της Γαλλίας με τη Γερμανία και παρόμοιες ανοησίες που ξεφουρνίζονται από Μαρξιστές που δεν διαθέτουν μια σύγχρονη θεωρία για την παγκοσμιοποίηση και στηρίζονται στην εκατόχρονη θεωρία του Ιμπεριαλισμού ή του υπερ-ιμπεριαλισμού που προϋπέθετε έθνη-κράτη ως τις βασικές οικονομικές μονάδες και οχι τις πολυεθνικές επιχειρήσεις και υπερεθνικές καπιταλιστικές τάξεις (όπως κάνουν σύγχρονοι Μαρξιστές) ή υπερεθνικές ελίτ (όπως υποστηρίζει η ΠΔ);
L.R. : « Κανείς δεν ξέρει, και δεν μπορεί να ξέρει, αν αυτό το ιστορικό στοίχημα θα του «βγει», αν δηλαδή το πλήρωμα του πολιτικού κόστους νωρίς θα του επιτρέψει να εκμεταλλευτεί το «ξερό του κεφάλι» όταν τα «εύπλαστα» θα έχουν γίνει πολτός. Αυτό όμως που μπορούμε να ξέρουμε είναι ότι πρόκειται ακριβώς για ιστορικό στοίχημα, για στοίχημα αναμέτρησης με την ιστορία, με αυτό το υπαρκτικά αφόρητο μείγμα τυχαιότητας και αναγκαιότητας που μας ωθεί σε ένα μέλλον που δεν μπορούμε να δούμε ποτέ καθαρά. Πολλοί γελούν με την δυνατότητα να βάλει οποιοσδήποτε τέτοια στοιχήματα σε τέτοιους καιρούς: είναι αυτοί που θεωρούν πως έχουν κάνει τις «καβάντζες» τους για να «τη βγάλουν» ώσπου «να περάσει η μπόρα.» Ο χρόνος θα δείξει αν υπάρχουν τέτοιες «καβάντζες» σήμερα, ή αν ήρθε αντίθετα καιρός που η «νίκη» και η «ήττα» σχετικοποιούνται και αλλάζουν θέσεις με μεγαλύτερη ευκολία και ταχύτητα από ό,τι θα ανέμεναν οι «ρεαλιστές.»»
Απάντηση μας: Προφανώς η ανάλυση περί «καβάντζας» να υποθέσουμε(;) αφορά τους «ρεαλιστές» καιροσκόπους της εκφυλισμένης «αριστεράς» του ΣΥΡΙΖΑ και κομματιών της μεσοαστικής τάξης που στήριξαν το εν λόγω κόμμα ή ακόμα και άλλα κόμματα. Αφήνεται επίσης να νοηθεί ότι σε μελλοντικό χρονικό ορίζοντα που θα στερέψουν οι «καβάντζες», αντίστοιχα το ΚΚΕ θα βρεθεί σε διαφορετική θέση απ’ ό,τι σήμερα, μετατρέποντας την σημερινή ήττα σε «νίκη»…
Πέρα όμως από «αναλύσεις» περί «καβαντζών» που αφορούν αποκλειστικά αυτούς που …δύνανται να τις έχουν, και πολλοί από αυτοί μπορεί να συνεχίζουν να τις έχουν στο μέλλον, η πρόταση της ΠΔ αφορά τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα που υφίστανται μια άνευ προηγουμένου μεταπολιτευτική καταστροφή και όχι σε ρεβανσισμούς οργανώσεων με την ιστορία, και σε τελική ανάλυση καλό είναι τα αίτια των αποτυχιών να αναζητούνται επίσης και στην ίδια την αδυναμία των ιστορικών καθολικών προταγμάτων να γίνουν κτήμα της κοινωνίας, και όχι απλά στην ίδια την κοινωνία.