Έξοδος τώρα από την διεθνοποιημένη Οικονομία της Αγοράς, την αντιπροσωπευτική ψευτο"Δημοκρατία" και την ΕΕ που εκφράζουν το σύστημα της Νεοφιλελεύθερης Παγκοσμιοποίησης! Χτίζουμε τώρα τις βάσεις μιας αυτοδύναμης οικονομίας και Πολιτείας, μια αποκεντρωμένη και αυτεξούσια κοινωνία με στόχο τη συνομόσπονδη Περιεκτική Δημοκρατία των λαών!

Δευτέρα, Απριλίου 11, 2011

«Αντι-εξουσιαστές» και μεταμοντέρνα κινήματα - O ρόλος των Τσόμσκι, Άλμπερτ, Ζιν, του "εναλλακτικού" δικτύου Ζnet και των ντόπιων "ελευθεριακών" συνοδοιπόρων τους


Περιεκτική Δημοκρατία, διπλό τεύχος 20-21 (Καλοκαίρι '09 - Χειμώνας '10)

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΗ ΣΟ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ ΚΑΙ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ



1. Η «αντιεξουσιαστική» θεωρητικοποίηση του μεταμοντέρνου αντι-απολυταρχισμού στην Ελλάδα

Το ελληνικό δίκτυο Περιεκτικής Δημοκρατίας, με αφορμή το «αντιεξουσιαστικό» φεστιβάλ της εφημερίδας Βαβυλωνία («B») τον Μάη του 2009, έβγαλε μια ανακοίνωση με τίτλο «B-FEST: ο “αντι-εξουσιαστικός” (anti-authoritarian) ρεφορμισμός αντεπιτίθεται»[1] με την οποία άσκησε κριτική στην κατά τη γνώμη μας παραπλανητική για το ευρύ κοινό, χρήση του όρου «αντιεξουσιαστής», με την έννοια που σχεδόν αποκλειστικά έχει επικρατήσει στην Ελλάδα και ο οποίος στο «χώρο» ουσιαστικά ταυτίζεται με την έννοια «αναρχικός». Το γεγονός ότι οι διοργανωτές του φεστιβάλ στήριξαν το κεντρικό πολιτικό πρόγραμμα του φεστιβάλ καθώς και την εκστρατεία προπαγάνδισής του κυρίως στα «αστραφτερά» ονόματα που θα το πλαισίωναν, όπως οι Νόαμ Τσόμσκι, Μάικλ Άλμπερτ, Χάουαρντ Ζιν, οι οποίοι κατά καιρούς έχουν σαφώς κατατάξει τον εαυτό τους στην αναρχική κοσμοθεωρία, αλλά και άλλων, κοινό σημείο των οποίων αποτελεί η εργασία τους για το εναλλακτικό αμερικάνικο δίκτυο πληροφόρησης Znet, έκανε επιβεβλημένη την παρέμβαση μας από πολιτική και ηθική σκοπιά. Στην έρευνα μας για την παρέμβαση αυτή εντοπίσαμε πλείστα κραυγαλέα δείγματα των απόψεων των κύριων θεωρητικών του Znet που αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ της έννοιας της αντιεξουσίας (με την έννοια του αναρχισμού) που θέλουν να «πλασάρουν» (στο αντιεξουσιαστικό κοινό τους), με την έννοια της «αντιεξουσίας» όπως αυτή που εκφράζουν από τα γραπτά και τα λεγόμενα τους.

Για μας, οι βασικές πολιτικές απόψεις του Znet ανήκουν στο χώρο της λεγόμενης «αντι-αυταρχικής Αριστεράς» (anti-authoritarian Left) και όπως θα προσπαθήσουμε να δείξουμε ελάχιστη σχέση έχουν με τον αντιεξουσιαστικό χώρο όπως έχει επικρατήσει στην ουσία να καλείται σε μεγάλο βαθμό ο αναρχικός χώρος στην Ελλάδα. Έτσι, ο όρος «anti-authoritarian» που χρησιμοποιείται στα αγγλικά κατά κόρον από αριστερούς μέχρι νεοφιλελεύθερους και τον οποίο υιοθέτησε για την αγγλική προώθηση του φεστιβάλ και η «αντιεξουσιαστική» εφημερίδα Βαβυλωνία, δεν έχει καμία σχέση με το «αναρχικός» (anarchist), όρος με τον οποίον συχνά αυτοπροσδιορίζονται τα βασικά στελέχη του Znet. Το «anti-authoritarian» είναι καθαρά φιλελεύθερος/λιμπεραλίστικος όρος (όπως μπορεί κάποιος να επιβεβαιώσει σε σύγχρονη φιλελεύθερη βιβλιογραφία[2]) που σημαίνει «αντι-αυταρχικός»/«αντι-απολυταρχικός» και όχι «αντιεξουσιαστής». Με απλά λόγια, «αντί-αυταρχισμός» σημαίνει εναντίωση στη κατάχρηση εξουσίας, ενώ αναρχισμός σημαίνει εναντίωση στην ίδια την ύπαρξη εξουσίας και εξουσιαστικών σχέσεων.

Η συντακτική ομάδα της εφημερίδας, μάλιστα, δεν δείχνει να αποποιείται τον ορισμό του όρου «αντιαπολυταρχικός» που περιγράψαμε, στη στρατηγική που υιοθετεί, όπως αυτή εκφράζεται ξεκάθαρα στο άρθρο «Σε επικίνδυνους δρόμους» του τεύχους 58[3]: «...πρέπει να συγκροτηθεί μια αντιαπολυταρχική προβληματική». Παράλληλα, στο μπλογκ της Βαβυλωνίας, σε άρθρο με αφορμή τη γελοία ρήση του νέου πρωθυπουργού «Είμαστε οι αντιεξουσιαστές της εξουσίας»[4] πληροφορούμαστε τα εξής για την κοσμοθεωρία και τη δράση του «αντιεξουσιαστικού» κινήματος:

«(…) Ως αντιεξουσιαστικές μπορούν να θεωρηθούν οι ιδέες που έχουν ως ιδανικό την διαρκή αμφισβήτηση της αναγκαιότητας κάθε θεσμού εξουσίας στην κοινωνική ζωή (…)»

και συνεχίζοντας αντιφατικά παρακάτω,

«(…) και ως έργο την προσπάθεια για τη δημιουργία αντίστοιχων κοινωνικών δομών με την ελάχιστη δυνατή εξουσία. Ως πρακτική το αντιεξουσιαστικό κίνημα επιχειρεί τη μεγαλύτερη δυνατή δημοκρατία στα κοινωνικά κινήματα και αγωνίζεται ώστε η πολιτική να ασκείται από και μέσα σε αυτά και όχι από τους μηχανισμούς της εξουσίας.» (η έμφαση δική μας σε όλα τα σημεία του κειμένου).

Αυτή η φράση δημιουργεί πολλά ερωτηματικά ως προς την πίστη και τη συνέπεια του αγώνα του «αντιεξουσιαστικού» κινήματος, όπως το βλέπει η «Β» (και κατ’ επέκταση αφού δεν έχει προβάλλει διαφορετικές απόψεις η ΑΚ, η οποία την στηρίζει) για τη δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας με απουσία οποιωνδήποτε εξουσιαστικών δομών, η οποία θα διακρίνεται από την ισοκατανομή όλων των μορφών δύναμης και πραγματική Δημοκρατία, και όχι από μια «μεγαλύτερη» αντιπροσωπευτική «δημοκρατία», για την οποία βέβαια αγωνίζεται και η ρεφορμιστική Αριστερά της «κοινωνίας των πολιτών»![5] Επιπρόσθετα, είναι ακατανόητη η επιδίωξη πραγματικής άσκησης της πολιτικής από τα επί μέρους, «μονοθεματικά» κοινωνικά κινήματα ―τα οποία εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να είναι αντισυστημικά, καθώς το σύστημα δεν είναι «μονοθεματικό» όπως αυτά― και όχι από την ίδια την Κοινωνία, με χτίσιμο σταδιακά δημοκρατικών θεσμών και εναλλακτικής συνείδησης σε όλο το εύρος της όπως προτάσσει η Περιεκτική Δημοκρατία. Ένας αγώνας για ένα εναλλακτικό πολίτευμα που, σύμφωνα με το πρόταγμα της ΠΔ, θα ενσωματώνει την Κοινωνία ξανά με την Πολιτεία, την Οικονομία και τη Φύση, μια θεμελιακή διάσπαση η οποία πήρε πελώριες διαστάσεις στη νεωτερικότητα.[6]

Η γραμμή του Znet, την οποία υιοθετεί τμήμα του αντιεξουσιαστικού χώρου, αποτελεί και το ιδεολογικό αποκούμπι για το καθ’ όλα ρεφορμιστικό Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ (ΠΚΦ) καθώς και για πολλές οργανώσεις στην Αριστερά των «ατομικών δικαιωμάτων», ενώ το δήθεν «δυνατό» του όπλο το οποίο στηρίζει και προωθεί είναι το μοντέλο οικονομικής οργάνωσης που έχει σχεδιάσει ο Μάικλ Άλμπερτ με το όνομα Participatory Economics (Parecon) και το οποίο, όπως θα δούμε, δεν έχει καμία σχέση με αντισυστημικό πρόταγμα εναλλακτικής κοινωνικής οργάνωσης και αυτοδιεύθυνσης. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο π.χ. ότι γνωστό διεθνές θεωρητικό αναρχικό περιοδικό χαρακτήρισε το Πάρεκον «Συμμετοχική Γραφειοκρατία».[7]

Το ερώτημα, επομένως, που προέκυπτε τότε, και εξακολουθεί βέβαια να παραμένει ουσιαστικά αναπάντητο, είναι γιατί ένα έντυπο όπως η «Βαβυλωνία» που αυτοπροσδιορίζεται ως «αντιεξουσιαστικό» (χρησιμοποιώντας τον όρο όπως έχει επικρατήσει στον ελληνικό χώρο), πρόβαλλε μαζικά τόσο στα κείμενα του (μετά τη συνεργασία με το δίκτυο των «αντι-απολυταρχικών» του Znet), όσο και στον «κράχτη» του φεστιβάλ του («Η Ελευθερία Αντεπιτίθεται»), τους εν λόγω λαμπερούς καλεσμένους δήθεν ως «ελευθεριακούς» και «αναρχικούς», προκαλώντας μάλιστα απαράδεκτη σύγχυση και αποπροσανατολίζοντας ένα δυνάμει αντισυστημικό αναρχικό κίνημα στην Ελλάδα. Την απάντηση την έδωσε το άρθρο «Σε επικίνδυνους δρόμους»[8] ως εξής:

«(...) η άποψη που παραπέμπει σε άλλες δεκαετίες ότι τα έντυπα συγκροτούν έναν μονοδιάστατο λόγο, αρθρώνουν αυστηρά συνεκτικές φωνές, δεν λειτουργούν ποτέ ως οχήματα κινηματικού διαλόγου. Η Βαβυλωνία φιλοξενεί απόψεις με τις οποίες δεν ταυτίζεται αλλά τις θεωρεί αναγκαίες σε μια ανοιχτή διαδικασία αναζήτησης των ρήξεων που έχει ανάγκη η εποχή. Δεν θα απαντήσουμε φυσικά για τα προσωπικά του κ Φωτόπουλου με τους Τσόμσκι κλπ δεν μας αφορούν».

Ωστόσο εμείς ποτέ δεν υποστηρίξαμε ότι όλα τα έντυπα πρέπει να συγκροτούν ένα «μονοδιάστατο λόγο» ―εκτός βέβαια αν με αυτό προσπαθούν να αποκλείσουν κάθε προταγματικό αντισυστημικό λόγο ως «μονοδιάστατο»! Πάντα προσπαθούσαμε να μιλάμε με συγκροτημένο, ορθολογικό και συστηματικό στην ανάλυση των κοινωνικών φαινομένων λόγο, ο οποίος μπορεί να είναι πολυδιάστατος και πολύπλοκος, χωρίς όμως τα εντελώς υποκειμενιστικά και εξεζητημένα συμπεράσματα ενός αποσπασματικού, μεταμοντέρνου λόγου, που σε τελική ανάλυση προκαλεί εφησυχασμό και τελμάτωση της αντισυστημικής σκέψης και πράξης. Πράγμα βέβαια αναμενόμενο εφόσον ο λόγος αυτός δεν αποτελεί καν αντισυστημικό λόγο, με την έννοια της αμφισβήτησης όχι απλά της κατάχρησης εξουσίας λόγω της παραβίασης κάποιων δικαιωμάτων και ελευθεριών, αλλά των ιδίων των εξουσιαστικών δομών και σχέσεων που συνεπάγεται το σύστημα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς και της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας». Το ίδιο το πρόταγμα της Περιεκτικής Δημοκρατίας προέκυψε από τον προβληματισμό που αναπτύχθηκε σε έντυπο που δεν προωθούσε συγκεκριμένο πρόταγμα αλλά ο διάλογος που αναπτύχθηκε σε αυτό έλαβε χώρα μέσα στην (εξ ορισμού αντισυστημική) προβληματική της αυτονομίας (περιοδικό «Democracy & Nature»[9] και η αντίστοιχη ελληνική έκδοση του).

Όμως, δεν μπορούμε να διακρίνουμε εναλλακτικό λόγο εντός του εντύπου της Βαβυλωνίας, (και ακόμη περισσότερο βέβαια στο Znet) πέραν ενός ασαφούς, κατακερματισμένου (και όχι πολυδιάστατου) και αυτο-αναφορικού «αντιεξουσιαστικού» λόγου, είτε αυτός προέρχεται από την άλλη μεριά του Ατλαντικού είτε από την ημεδαπή. Από την άλλη, είναι αστείο να υποστηρίζεται (επειδή ακούστηκε και αυτό!) ότι ενώ στηρίχθηκε η πολιτική κατεύθυνση και προώθηση ενός ολόκληρου «αντιεξουσιαστικού» φεστιβάλ σε κάποια ονόματα διάσημων στοχαστών, ο στόχος της πρόσκλησης τους ήταν να έρθουν εδώ να τους ασκηθεί κριτική (!) και να προαχθεί μέσω αυτής ο κινηματικός διάλογος, όταν ούτε στη διάρκεια του φεστιβάλ ασκήθηκε καμιά ουσιαστική κριτική στους διάσημους προσκεκλημένους (που, όλως «συμπτωματικά» πρόβαλαν και όλα τα ΜΜΕ της ρεφορμιστικής Αριστεράς) και ούτε μέχρι σήμερα έχει ασκηθεί καμία παρόμοια κριτική από το έντυπο που φιλοξενεί της απόψεις τους. Και βέβαια η κριτική για να είναι γόνιμη θα έπρεπε να προσκληθούν όλες οι συναφείς συλλογικότητες και να γινόταν διάλογος επί ίσοις όροις, σε συνδιαμορφούμενο από όλες τις συμμετέχουσες συλλογικότητες πολιτικό πλαίσιο, οι οποίες θα έθεταν από κοινού την «ατζέντα» της συζήτησης, και όχι στο πλαίσιο που έγινε ο «διάλογος» της «Β» με «από καθ’ έδρας» ομιλητές να μονοπωλούν την πολιτική ατζέντα και κατεύθυνση του φεστιβάλ, προβάλλοντας το ως δήθεν «αντιεξουσιαστικό».

Και αυτό για να μην αναφερθούμε βέβαια στα λιβελογραφήματα των τευχών 56 «Ρεφορμισμός»[10] και 58 «Ο Φωτόπουλος “έφυγε”», με το δεύτερο να αποτελεί προσωπική επίθεση στον Τ. Φωτόπουλο, έτσι που κανένας ν’ αναρωτιέται κατά πόσο παρόμοια λασπολογικά λιβελογραφήματα συμβάλλουν στην «ανοιχτή διαδικασία αναζήτησης των ρήξεων που έχει ανάγκη η εποχή» τις οποίες υποτίθεται αναζητά η εφημερίδα! Τέλος, είναι πολύ βολική, αλλά άκρως συκοφαντική, η χρέωση μιας κριτικής με αυστηρά πολιτικά κριτήρια σε «προσωπικές διαφορές» μεταξύ του Τ. Φωτόπουλου και των Τσόμσκι, Άλμπερτ κ.λπ., εφόσον από τη μια δεν μπορεί να αποδειχθεί κάτι τέτοιο γιατί ό,τι έχει γράψει ο Τ.Φ. για τον Τσόμσκι, Άλμπερτ κ.λπ. αφορά τις πολιτικές τους θέσεις,[11] (οι οποίες δεν έχουν καμιά σχέση με αναρχισμό και αντισυστημική ανάλυση ενώ έχουν πολύ περισσότερο σχέση με κρατισμό και ρεφορμισμό, όπως άλλωστε έδειξε και ένας πραγματικός σύγχρονος αναρχικός, ο Μπούκτσιν[12]), ενώ από την άλλη δίνει άλλοθι για την αποφυγή απάντησης σε μια τεκμηριωμένη κριτική.

Όμως, το παραπάνω ερώτημα μας γίνεται ακόμα πιο καίριο και επιτακτικό όταν διαβάζουμε τα εξής απίστευτα που, ούτε λίγο ούτε πολύ, βγάζουν τη χώρα με το συντηρητικότερο πληθυσμό ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες, να διαθέτει και ένα μαζικό κίνημα «αυθεντικού αναρχισμού», όπως μεταβαπτίζεται το απλώς αντι-αυταρχικό Znet από τη «Β» και ενώ βέβαια οι περισσότεροι αναρχικοί στον κόσμο ούτε διανοούνται να το θεωρήσουν ως «αναρχικό», παρά τις προσπάθειες των Τσόμσκι, Άλμπερτ και σία να το βγάλουν σώνει και καλά ως τέτοιο![13]:

«Ενδεχομένως να προκαλεί έκπληξη σε αρκετούς το γεγονός ότι στις ΗΠΑ υπάρχουν δίκτυα με έντονη πολιτική και ακτιβιστική δραστηριότητα, όπως το Ζnet, τα οποία ανήκουν στο χώρο του αυθεντικού αναρχισμού.»

Η στάση άλλωστε του Znet στο καίριο θέμα του Ιράν και η κριτική που εχει ασκηθεί από αντισυστημική μεριά εναντίον του είναι ενδεικτική. Αντίστοιχα, η στάση που κράτησε εκείνο το τμήμα του «αντιεξουσιαστικού» χώρου στην Ελλάδα, που εκφράζεται και μέσα από την εφημερίδα «Β» για το θέμα του Ιράν, ήταν σε απόλυτη συνάφεια με τη στάση του «εναλλακτικού» δικτύου Znet που σαφώς υποστήριζε τη γραμμή της υπερεθνικής ελίτ για τις «κλεμμένες» εκλογές του Ιούνη, την άγρια κρατική καταστολή της «εξέγερσης» τον Ιούνη αλλά και τον Δεκέμβρη κ.λπ.[14]

Με τον απόηχο του δικού μας εξεγερσιακού Δεκέμβρη να πλανιέται ακόμα στη χώρα μας και τη φήμη των ονομάτων που πλαισίωσαν το φεστιβάλ, θεωρήσαμε, επομένως, απαραίτητη την κατάθεση (το καλοκαίρι) μιας διαφορετικής οπτικής όσον αφορά τη συνέπεια των θέσεων και των προτάσεων των βασικών στελεχών του Znet με το αναρχικό και το ευρύτερο αντισυστημικό κίνημα. Οι αντιπαραθέσεις με την Περιεκτική Δημοκρατία (ΠΔ) που ακολούθησαν δεν έδωσαν απάντηση στην κριτική που τους ασκήσαμε αλλά εξαντλήθηκαν στην από μέρους της «Β» προσπάθεια ηθικής στήριξης του εγχειρήματος διοργάνωσης ενός τέτοιου φεστιβάλ (ηθική στήριξη η οποία βέβαια κατ’ αρχήν δεν μας βρίσκει αντίθετους, με την προϋπόθεση όμως ότι ένα φεστιβάλ διοργανώνεται με ξεκάθαρες θέσεις και στόχους, που δεν αποπροσανατολίζουν και δεν διαστρεβλώνουν κινήματα και ιστορικές αναφορές), καθώς και στην «κριτική» περί κακής προαίρεσης του δικτύου ΠΔ. Όμως, η αντιμετώπιση μιας πολιτικής κριτικής με καθαρά αισθητικά και υποκειμενιστικά κριτήρια, η απαξίωση της δημοκρατικής, ορθολογικής πολιτικής σύγκρουσης αντίθετων απόψεων, η υιοθέτηση της άποψης περί ισοδύναμης αξίας όλων των «απόψεων» και η υιοθέτηση ενός πλουραλισμού απόψεων (ανεξάρτητα από το περιεχόμενο τους) ως αυτοσκοπού, είναι βασικά χαρακτηριστικά του μεταμοντέρνου τρόπου σκέψης. Με αυτό μας το κείμενο θα προσπαθήσουμε να τραβήξουμε τις αναγκαίες και, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, βαθιές γραμμές που διαχωρίζουν το πρόταγμα της ΠΔ από τη μεταμοντέρνα και, βασικά επικίνδυνη, αυτή στάση και τη γενικότερη πολιτική αντίληψη των μεταμοντέρνων «αντιεξουσιαστών» που εκφράζουν το Znet, και οι Μάικλ Άλμπερτ, Νόαμ Τσόμσκι και Χάουαρντ Ζιν, καθώς και οι εδώ συνοδοιπόροι τους στην «Β» και την ΑΚ, απέναντι στη σημερινή πολυδιάστατη κρίση και τον τρόπο διεξόδου από αυτή.

2. Η «αντι-απολυταρχική προβληματική» των μεταμοντέρνων κινημάτων


Η «Β», αλλά δυστυχώς φαίνεται και το μεγαλύτερο τμήμα της ΑΚ[15] (από τη στιγμή που δεν αποστασιοποιήθηκε από τις θέσεις της), έχει υιοθετήσει μια γραμμή σαφώς ρεφορμιστική (με την έννοια ότι δεν αμφισβητεί το ίδιο το σύστημα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς και της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» αλλά μόνο κάποια συμπτώματα κατάχρησης εξουσίας του συστήματος αυτού), όπως θα προσπαθήσουμε να δείξουμε παρακάτω αναλύοντας τις απόψεις τόσο της ίδιας όσο και βασικών θεωρητικών του Znet. Για μας είναι θέμα αρχής η πολιτική κριτική στις στάσεις και απόψεις οι οποίες υιοθετούνται στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς και οι οποίες από την οπτική της ΠΔ μπορεί να βλάπτουν σημαντικά, να αποπροσανατολίζουν τα διαμορφούμενα σπέρματα αυτονομίας στον ευρύτερο χώρο και σε τελική ανάλυση να παίζουν αντικειμενικά το παιχνίδι του συστήματος.

Η συγκέντρωση εξουσίας/δύναμης που αναπαράγεται κατά κύριο λόγο μέσα από τη δυναμική του συστήματος της καπιταλιστικής, διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς και του πολιτικού συμπληρώματός της, δηλ. της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας», μετά την εγκαθίδρυση του εδώ και δυο περίπου αιώνες και τη διεθνοποίηση του τα τελευταία 30 περίπου χρόνια, είναι, κατά την ΠΔ, η απώτερη αιτία της βαθύτατης πολυδιάστατης κρίσης που βιώνει η ανθρωπότητα και η οποία τα τελευταία 30 χρόνια έχει επιδεινωθεί δραματικά. Επομένως, όπως επισημαίνει ο Τ. Φωτόπουλος σε άρθρο - απάντηση του σε αυτού του τύπου τους «Αντιεξουσιαστές»[16], η ανατροπή του συστήματος αποτελεί για κάθε πραγματικά απελευθερωτικό κίνημα «το Αρχιμήδειο σημείο αλλαγής» και η υπερεθνική ελίτ που το ελέγχει είναι ο μεγαλύτερος ταξικός εχθρός στο δρόμο για μια κοινωνία ισοκατανομής της δύναμης σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας.

Ωστόσο, αυτή η σχεδόν αυτονόητη παραδοχή δεν γίνεται αντιληπτή (ή εσκεμμένα υποβαθμίζεται) από τα μεταμοντέρνα κινήματα που μάχονται ενάντια στις σχέσεις εξουσίας που εμφανίζονται «κατά περίπτωση» στις διάφορες κοινωνικές πρακτικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το εν λόγω μέσο (Β) και η συλλογικότητα που το στηρίζει, (ΑΚ) η οποία μετά την κριτική που ασκήθηκε από το ελληνικό δίκτυο ΠΔ για το «αντιεξουσιαστικό» φεστιβάλ του Μαΐου, για τους λόγους που εξηγήσαμε παραπάνω, δεν απάντησε, καθώς τη θεώρησε ―βολικότατα και συκοφαντικά― θέμα προσωπικής κόντρας[17], παρά τα καταγεγραμμένα δείγματα πολιτικής γραφής[18], ενώ στη συνέχεια επανήλθε με μια κριτική στις θέσεις της ΠΔ[19] όπως αυτές εκφράστηκαν από την τακτική στήλη του Τ. Φωτόπουλου στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία[20] για τα γεγονότα που συνέβησαν στο Ιράν μετά τις εκλογές του Ιούνη. Παρόλο, λοιπόν, που το γεγονός της άνευ όρων προώθησης της γραμμής του δικτύου Znet από την εφημερίδα «δικαιολογεί» απόλυτα τη στάση της π.χ. απέναντι στα γεγονότα του Ιράν, είναι χαρακτηριστική η εικόνα της μεταμοντέρνας πορείας των ελευθεριακών θεωριών στη Ελλάδα, όπως αυτές εκφράζονται από τη «Β». Η εφημερίδα υιοθετεί μια ρητορική προβληματισμού, διαλόγου και ανοικτότητας όσον αφορά τις απόψεις που φιλοξενούνται στις σελίδες της, οι οποίες δήθεν διατυπώνουν απόψεις ρήξης με το υπάρχον σύστημα (ή με αυτό που αποκαλεί η «Β» «σύστημα»), όμως στην πράξη, αυτή η ρητορική, αποδεικνύεται λόγια του αέρα. Παρά τα όσα αναφέρει[21] για «κριτική στάση», προβάλλει εντελώς αβασάνιστα τις απόψεις του δικτύου Znet, προφανώς γιατί δε διαφωνεί με αυτές, και αποφεύγει να απαντήσει σε μια πολιτική κριτική που γίνεται με σκοπό την κατάδειξη των θεμελιακών αδυναμιών και της ασυμβατότητας αυτών των απόψεων με αυτό που παραδοσιακά θεωρείται ελευθεριακό και εξ ορισμού αντισυστημικό, ενώ παράλληλα υιοθετεί μεθόδους προσωπικής επίθεσης και σπίλωσης χωρίς ίχνος πολιτικού επιχειρήματος.[22]

Είναι ξεκάθαρο, επομένως, ότι η εφημερίδα υιοθετεί ως συνισταμένη των απόψεων αυτών, την κυρίαρχη μεταμοντέρνα «αντι-απολυταρχική» ρητορική και στρατηγική, όπως και η ίδια, άλλωστε, διακηρύσσει[23], μια επιλογή που βέβαια δεν έχει καμία σχέση με αντισυστημική θέση, παρά την προσπάθεια να την παρουσιάσει ως τέτοια.

3. Η κριτική της «Βαβυλωνίας» για την Περιεκτική Δημοκρατία
 ... 
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ:




Δεν υπάρχουν σχόλια: